Το μεταβολικό σύνδρομο είναι ένας συνδυασμός παθήσεων, η συχνότητα του οποίου αυξάνεται θεαματικά στον ανεπτυγμένο αλλά και στον αναπτυσσόμενο κόσμο. Σήμερα, το 1/4 του πληθυσμού της Ευρώπης πληροί τα κριτήρια του μεταβολικού συνδρόμου.
Ο κ. Κωνσταντίνος Σταυρόπουλος, ειδικός παθολόγος, διευθυντής της Δ’ Παθολογικής Κλινικής του Metropolitan General, μας παρουσιάζει τα κριτήρια διάγνωσης του συνδρόμου, τα αίτια και τους τρόπους αντιμετώπισής του.
Το μεταβολικό σύνδρομο είναι ένα σύνολο ευρημάτων, το οποίο αποτελεί παράγοντα κινδύνου για τη στεφανιαία νόσο, την καρδιακή ανεπάρκεια, τον διαβήτη, το αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο και τη γνωσιακή διαταραχή. Η διάγνωση του συνδρόμου γίνεται όταν διαπιστωθεί η ύπαρξη τριών παραγόντων από τους παρακάτω πέντε:
Πιο συγκεκριμένα, όσον αφορά την παχυσαρκία απαιτείται δείκτης μάζας σώματος μεγαλύτερος από 30 kgr/m2 ή περίμετρος (περιφέρεια) μέσης μεγαλύτερη από 102 cm για τους άνδρες και μεγαλύτερη από 88 cm για τις γυναίκες. Τα τριγλυκερίδια πρέπει να είναι άνω των 150 mg/dl ή να λαμβάνει κάποιος αγωγή για υπερτριγλυκεριδαιμία. Η HDL πρέπει να είναι μικρότερη από 40 mg/dl για τους άνδρες και μικρότερη από 50 mg/dl για τις γυναίκες ή να λαμβάνεται αγωγή για δυσλιπιδαιμία.
Όσον αφορά την αρτηριακή πίεση, πρέπει να έχει κάποιος μεγαλύτερη από 135/85 mmHg ή να λαμβάνει αντιυπερτασική αγωγή και τέλος, η γλυκόζη νηστείας να είναι μεγαλύτερη από 100 mg/dl (μετά από 8 ώρες νηστείας) ή να λαμβάνεται αντι-διαβητική αγωγή.
To μεταβολικό σύνδρομο οφείλεται σε δυσλειτουργία του σπλαχνικού λιπώδους ιστού, ο οποίος προάγει την αντοχή στην ινσουλίνη μέσω παραγωγής φλεγμονωδών ουσιών.
Ορισμένα ψυχολογικά χαρακτηριστικά όπως κατάθλιψη, άγχος, θυμός, εχθρότητα μπορεί να συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης μεταβολικού συνδρόμου σύμφωνα με τελευταίες μελέτες.
Το μεταβολικό σύνδρομο συχνά συνυπάρχει με το λιπώδες ήπαρ και πιο συγκεκριμένα με τη μη αλκοολική λιπώδη νόσο (NASH), δηλαδή τη φλεγμονώδη αντίδραση του ήπατος που
προκαλείται από την υπερβολική συσσώρευση λιπιδίων στο ήπαρ. Η συνύπαρξη του λιπώδους ήπατος και του μεταβολικού συνδρόμου είναι τόσο συχνή ώστε έχει προταθεί να προστεθεί ως κριτήριο του μεταβολικού συνδρόμου.
Στην περίπτωση της ύπαρξης λιπώδους διαταραχής στο ήπαρ, συχνά διαπιστώνεται ηπατομεγαλία και αύξηση των τρανσαμινασών, ιδιαίτερα της ALT και της γGt. Η αναγνώριση της στεοηπατίτιδος είναι πολύ σημαντική διότι σε σημαντικό ποσοστό εξελίσσεται σε ίνωση και κίρρωση, καθώς επίσης διότι αυξάνει την πιθανότητα εμφάνισης ηπατοκυτταρικού καρκίνου. Σήμερα, τo μεταβολικό σύνδρομο αυξάνει σε συχνότητα εμφάνισης παράλληλα με την αύξηση της παχυσαρκίας. Το σύνδρομο δεν φαίνεται να έχει διαφορετική συχνότητα σε άνδρες ή γυναίκες, ωστόσο στις γυναίκες συνδέεται στενά με το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών, με το οποίο μοιράζονται την ίδια παθοφυσιολογία της αντοχής στην ινσουλίνη.
Η απώλεια βάρους και η αλλαγή του τρόπου ζωής θεωρούνται τα πρώτα βήματα που πρέπει να γίνουν για την αντιμετώπιση του μεταβολικού συνδρόμου, τονίζει ο κ. Κ. Σταυρόπουλος.
Φάρμακα όπως η μετφορμίνη, οι στατίνες, τα Ω3 και η νιασίνη μπορούν να είναι χρήσιμα κατά περίπτωση. Ειδική μνεία πρέπει να γίνει για την ανάγκη διακοπής του καπνίσματος, καθώς αυτό δρα ως πολλαπλασιαστής του καρδιαγγειακού κινδύνου σε κάθε περίπτωση.
Επίσης, η αντιμετώπιση τυχόν συνυπάρχοντος συνδρόμου υπνικής άπνοιας είναι πολύ σημαντική, καθώς το μεταβολικό σύνδρομο και το σύνδρομο υπνικής άπνοιας συχνά συνυπάρχουν.
Τέλος, οι βαριατρικές επεμβάσεις -αν και δεν έχουν καθολική αποδοχή στο μεταβολικό σύνδρομο- όταν αυτό συνυπάρχει με νοσογόνο παχυσαρκία, έχουν αποδείξει σαφή οφέλη βελτιώνοντας τους μεταβολικούς δείκτες και μειώνοντας τους φλεγμονώδεις μεσολαβητές (κυτοκίνες).
Ακρογωνιαίος λίθος για την αποφυγή των συνεπειών του μεταβολικού συνδρόμου είναι η έγκυρη διάγνωσή του και η αναγνώριση του σιωπηλού κινδύνου που συνεπάγεται η ύπαρξή του.
Σε κάθε περίπτωση όπως έχουν δείξει και μελέτες, σημαντικά οφέλη αναμένονται όταν τροποποιούνται, έστω και λίγο, πολλοί ή και όλοι, αν είναι εφικτό, οι παράγοντες κινδύνου.
Ελπιδοφόρες μελέτες από φάρμακα για τον σακχαρώδη διαβήτη (GLP – 1 και SGLT – 2) με σημαντικά οφέλη στη μείωση του καρδιαγγειακού κίνδυνου, πέραν της επίτευξης του γλυκαιμικού ελέγχου, διευρύνουν τις ενδείξεις τους και στη παχυσαρκία (λιραγλουτίδη) και ενδεχομένως να λάβουν μελλοντική ένδειξη και στο μεταβολικό σύνδρομο.
Επικοινωνήστε με τον παθολόγο Σταυρόπουλο Κωνσταντίνο στο 210 6008811 ή εδώ